Οι μαθητές της Β΄τάξης που συμμετέχουν στο περιβαλλοντικό πρόγραμμα Όλυμπος για το σχολικό έτος 2014-2015 πραγματοποίησαν επίσκεψη εκπαιδευτική στο ΚΠΕ Ανατολικού Ολύμπου στις 5 Μαρτίου 2015. Η χαρά και η ικανοποίησή τους από τα δρώμενα στο ΚΠΕ και την επαφή τους με το βουνό είναι εμφανή στο video που ακολουθεί.
e-Φιλολογικά
- ΑΡΧΑΙΑ ΕΛΛΗΝΙΚΗ ΓΛΩΣΣΑ Α (3)
- ΔΙΑΦΟΡΑ (5)
- ΕΚΠΑΙΔΕΥΤΙΚΑ ΔΡΩΜΕΝΑ (1)
- Κ.Π.Καβάφης (3)
- ΝΕΟΕΛΛΗΝΙΚΗ ΛΟΓΟΤΕΧΝΙΑ Β (9)
Πέμπτη 2 Απριλίου 2015
Τρίτη 11 Νοεμβρίου 2014
Γιατί, Γιάννης Μαγκλής
ΓΙΑΤΙ; ΓΙΑΝΝΗΣ ΜΑΓΚΛΗΣ
ΘΕΜΑΤΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ
- Πόλεμος και απάνθρωπη βία
- Θύτες και θύματα, νικητές και ηττημένοι
- Ειρήνη και ανθρωπισμός εναντίον πολέμου και θηριωδίας
Θέμα του
κειμένου είναι ο παραλογισμός του πολέμου και η αλλοτρίωση που προκαλεί αυτός
στον άνθρωπο.
ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΟ ΕΙΔΟΣ: ΔΙΗΓΗΜΑ
Πεζό λογοτεχνικό αφηγηματικό έργο με μικρή
(σχετικά με το μυθιστόρημα) έκταση και με ολοκληρωμένη υπόθεση, η οποία είναι
πλαστή ή εμπνευσμένη από την πραγματικότητα. Στο διήγημα υπάρχει ενότητα
υπόθεσης, τόπου και χρόνου: η υπόθεση τοποθετείται σε συγκεκριμένο τόπο και
περιορισμένα χρονικά πλαίσια, ενώ περιστρέφεται γύρω από έ ν α κύριο γεγονός,
στο οποίο πρωταγωνιστεί έ ν α κεντρικό πρόσωπο, ο ήρωας του διηγήματος.
Ενδέχεται όμως να υπάρχουν και δευτερεύοντα γεγονότα ή πρόσωπα, που έχουν στόχο
να φωτίσουν τον πρωταγωνιστή.
ΣΧΟΛΙΑ
1.Το περιεχόμενο του κειμένου είναι αντιπολεμικό. (σ’ αυτή την κατηγορία ανήκουν τα λογοτεχνικά κείμενα που παρουσιάζουν τον πόλεμο από πλευρά ανθρωπιστική, ρεαλιστικά και χωρίς εξιδανικεύσεις - και φυσικά με απορριπτικό τρόπο, τονίζοντας τα δεινά και τις εφιαλτικές στιγμές του, με στόχο να τονίσουν τη σημασία της ειρηνικής συνύπαρξης των λαών και την αγάπη ως κύρια ανθρωπιστική αξία).
1.Το περιεχόμενο του κειμένου είναι αντιπολεμικό. (σ’ αυτή την κατηγορία ανήκουν τα λογοτεχνικά κείμενα που παρουσιάζουν τον πόλεμο από πλευρά ανθρωπιστική, ρεαλιστικά και χωρίς εξιδανικεύσεις - και φυσικά με απορριπτικό τρόπο, τονίζοντας τα δεινά και τις εφιαλτικές στιγμές του, με στόχο να τονίσουν τη σημασία της ειρηνικής συνύπαρξης των λαών και την αγάπη ως κύρια ανθρωπιστική αξία).
2.Στο αφηγηµατικό περιεχόµενο δεν υπάρχουν τοπικοί, χρονικοί ή ονοµατικοί προσδιορισμοί, ώστε να µπορούµε να εντοπίσουμε το πότε, πού και ανάµεσα σε ποιους συµβαίνουν τα διαδραµατιζόµενα. Αυτή είναι προφανώς µια επιλογή του συγγραφέα,ο οποίος:
- επιζητεί να δείξει ότι σε έναν πόλεµο δε
µετράει ποιος έχει το δίκιο και ποιος το άδικο,
- οι εµπόλεµοι χάνουν την ανθρωπιά τους και
γίνονται εναλλάξ αθώα θύµατα και σκληροί θύτες.
- καθιστά έτσι πιο έντονο το αντιπολεμικό μήνυμα
3.Τραγικό
πρόσωπο:τραγικό πρόσωπο είναι ο νέος στρατιώτης, αυτός που
σκότωσε τον άλλο, γιατί είναι και αυτός θύμα, όχι της μοίρας και των «θεών»,
αλλά ενός πολέμου που τον έχει αλλοτριώσει, τον έχει εξαγριώσει και
εξαχρειώσει, τον έχει κάνει να σκέφτεται μόνο τον εαυτό του
4.Το χαρακτηριστικό γνώρισµα είναι οι συνεχείς ανατροπές.
- Ο νέος στρατιώτης τη µια στιγµή προκαλεί τη συµπάθεια του αναγνώστη,
αφού παρουσιάζεται ως θύµα ενός πολέµου που τον έχει διαφθείρει ηθικά, τον
κρατά µακριά από αγαπηµένα πρόσωπα και δεν τον αφήνει να απολαύσει «την
όµορφη ζωή του ανθρώπου»,
- την άλλη στιγµή όµως προκαλεί την απέχθεια του αναγνώστη, αφού
γίνεται ο ίδιος σκληρός εκτελεστής ενός συνανθρώπου του.
- Στη συνέχεια ο εκτελεστής στρατιώτης µετατρέπεται σε τραγικό θύµα,
καθώς µετανιώνει φρικτά και συντρίβεται ο ίδιος από την πράξη του.
- Η τελευταία εικόνα του στρατιώτη-θύτη να κρατά στην αγκαλιά του και
να ζητά συγχώρεση από το στρατιώτη-θύµα σφραγίζει δραµατικά την ιστορία
και δίνει σαφέστατο αντιπολεµικό µήνυµα.
- Η ψυχή του αναγνώστη συμπάσχει και καθαίρεται στο τέλος μέσω «του
ελέου και του φόβου».
Διαφορές-ομοιότητες των ηρώων
ο
συγγραφέας βάζει τις ίδιες σκέψεις και τα ίδια λόγια στους δυο στρατιώτες,
θέλοντας να δείξει ότι,
- παρά τις διαφορές τους(εθνικές,
φυλετικές),
- όλοι οι άνθρωποι
έχουν κοινές ανάγκες(δίψα, κούραση), συναισθήµατα (λύπη,χαρά,ανακούφιση),
αγωνίες (επιθυμία για ζωή, επιστροφή) και πόνους.
Μήνυμα
Η
επαναλαµβανόµενη προσφώνηση «αδερφέ µου» δίνει
το µήνυµα της συναδέλφωσης και της ανθρώπινης αλληλεγγύης.
Γλώσσα
- Ιδιωματικές λέξεις (λόγος των απλών ανθρώπων
της ελληνικής υπαίθρου-δεκαετία 1950-60)
- Σύνθετες ποιητικές λέξεις που προσδίδουν
γλαφυρότητα και ποιητικότητα.
Ύφος
Απλό
και συγκινητικό, γλαφυρό, λυρικό και ποιητικό στη 2η και στην
τελευταία παράγραφο
Εκφραστικά μέσα
- Μεταφορές
- Προσωποποιήσεις
- Εικόνες (περιγραφές της φύσης & δραματικές
αναπαραστάσεις του πληγωμένου)
- Ασύνδετα σχήματα (με cressendo =
κορύφωση)
- Xιαστό (χτύπαγαν τα μηνίγγια, το κεφάλι βούιζε)
Αφηγηματικοί τρόποι
- Αφήγηση γ΄πρόσωπη κυρίαρχη με
- Περιγραφές (αντίθεση πολέμου-ειρήνης) και
- Διαλόγους ενδιάμεσα (ιδιότυπος ο διάλογος του
β΄στρατιώτη:τα λόγια που βάζει ο αφηγητής σ' αυτόν και εκφράζει τη
συνείδησή του)
- Εσωτερικό μονόλογο
Αφηγηματικές τεχνικές
Εστίαση
μηδενική (αφηγητής>πρόσωπα)
Αφηγητής
παντογνώστης-ετεροδιηγητικός (αφηγείται ιστορία στην οποία δε μετέχει).
και λίγα λόγια για τον συγγραφέα...
Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2014
Να σαι καλά δάσκαλε!, Γ. Ιωάννου
«Να’ σαι καλά δάσκαλε»
ΓΙΩΡΓΟΣ ΙΩΑΝΝΟΥ (1927-1985)
ΘΕΜΑΤΙΚΑ ΚΕΝΤΡΑ
·
Αξία-περιφρόνηση του λαϊκού πολιτισμού
·
Αποκοπή-γνωριµία των μαθητών µε τον λαϊκό πολιτισµό
·
Μαθητική πονηριά
Υποθεση
Στο διήγημα αυτό ο αφηγητής, με το βλέμμα
ενός έφηβου μαθητή, περιγράφει την
εμπειρία του από τη διδασκαλία και την παρουσία του φιλολόγου του.
Ο συγγραφεας
Το διήγημα περιέχει πολλά αυτοβιογραφικά
στοιχεία, αφού ο Ιωάννου θήτευσε στη Μέση Εκπαίδευση και ασχολήθηκε με τη
συγκέντρωση και μελέτη των δημοτικών τραγουδιών.
Το έργο του Γιώργου
Ιωάννου τοποθετείται στη μεταπολεμική ελληνική λογοτεχνία και πηγάζει από τις
προσωπικές εμπειρίες του συγγραφέα από την εποχή της γερμανικής κατοχής, της
εθνικής αντίστασης και του εμφυλίου στην Ελλάδα. Γνωρίσματα των έργων του Ιωάννου, κατά τον Λ. Πολίτη, είναι ο «εξομολογητικός»
τόνος της αφήγησης και παράλληλα η «ταύτιση
του αφηγητή με τα βάσανα και τις λαχτάρες μια ολόκληρης ομάδας ανθρώπων»
ΤΑ ΔΥΟ ΜΟΝΤΕΛΑ ΔΙΔΑΣΚΑΛΙΑΣ:
Στο κείμενο παρουσιάζονται δύο μοντέλα διδασκαλίας:
α. «σχολείο εργασίας»,
- · δεν είναι απομονωμένο από τη ζωή και την κοινωνία
- · δεν περιορίζει την απόκτηση γνώσεων στους τοίχους του σχολικού περιβάλλοντος,
- · ενθαρρύνει τους μαθητές σε δραστηριότητες που ξεφεύγουν από τα όρια του τυπικού αναλυτικού προγράμματος
- · τους καλλιεργεί δημιουργικά ενδιαφέροντα, ώστε να εφαρμόζουν στην πράξη τη θεωρητική γνώση.
- · οι μαθητές δε φοβούνται τον δάσκαλο,
- · τον βλέπουν ως συνεργάτη και σύμβουλο και εκδηλώνονται μπροστά του με αυθορμητισμό και ειλικρίνεια,
- · ο δάσκαλος συμπεριφέρεται στους μαθητές με οικειότητα και κατανόηση,
- · δεν παρουσιάζεται ως αυθεντία,
- · σέβεται την προσωπικότητα του μαθητή και παράλληλα δημιουργεί ευχάριστη ατμόσφαιρα, χρησιμοποιώντας τον διάλογο αντί για την αυταρχική επιβολή των απόψεών του.
β. Το δεύτερο μοντέλο δίνεται
συνοπτικά με τη φράση: Αλλά ήξεραν πολύ καλά από κατάλογο, άγριες ή φαρμακερές φωνές και
τρεμούλες.
- · έχει δασκάλους με συμπεριφορά αντιπαιδαγωγική
- · ο δάσκαλος καταπιέζει τους μαθητές και επιβάλλεται με την απειλή του βαθμού και την άσκηση βίας (ξυλοδαρμός) προβάλλοντας τον εαυτό του ως αυθεντία.
- · οι μαθητές από την πλευρά τους τον τρέμουν από τον φόβο τους
- · τους επιβάλλεται είναι η στείρα απομνημόνευση ξερών και άψυχων γνώσεων μέσα στο απομονωμένο από τη ζωή και την κοινωνία περιβάλλον του σχολείου.
ΧΑΡΑΚΤΗΡΙΣΜΟΣ ΔΑΣΚΑΛΟΥ
Ζωντανός και αξιαγάπητος, ενθουσιώδης και
υπεύθυνος επιστήμονας, γνώστης και λάτρης της λαϊκής παράδοσης και του πολιτισμόυ,
φυσιολάτρης και ονειροπόλος, ευρηματικός και καινοτόμος, τολμηρός.
ΤΕΧΝΙΚΗ:
- · α’ πρόσωπη αφήγηση
- · Ο αφηγητής συμμετέχει ως ήρωας στην ιστορία.(αφηγητής έφηβος, ώριμος αφηγητής)
- · Εστιάζει τα γεγονότα μέσα από την προοπτική του παρελθόντος.
- · Απευθύνεται νοερά σε β’ πρόσωπο στον παλιό του καθηγητή και μιλάει με την προοπτική του παρόντος.
- · Στοχαστική διάθεση, μοιάζει να απευθύνεται σε έναν υποθετικό συνομιλητή.
- · Περιγραφή συναισθημάτων.
- · Αναδρομική αφήγηση με γραμμική πορεία και αφηγηματικά κενά που επιταχύνουν την αφήγηση.
ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΟΙ ΤΡΟΠΟΙ: αφήγηση, περιγραφές, σχόλια
του αφηγητή, διάλογοι.
ΓΛΩΣΣΑ: απλή, δημοτική με λέξεις της καθημερινότητας.
ΥΦΟΣ: ζωντανό και παραστατικό στην περιγραφή της σχολικής τάξης μελαγχολικό και στοχαστικό όταν ο αφηγητής εξομολογείται την εμπειρία του.
ΤΟΝΟΣ: ειρωνικός και με δόση μελαγχολίας.
ΕΚΦΡΑΣΤΙΚΑ ΜΕΣΑ: παρομοιώσεις, μεταφορές, επαναλήψεις, ασύνδετα σχήματα εικόνες (λιτότητα γενικά στα εκφραστικά μέσα).
ΙΔΕΕΣ – ΣΥΝΑΙΣΘΗΜΑΤΑ:
- · Προβάλλεται ο σημαντικός ρόλος του εκπαιδευτικού στην ανάδειξη του λαϊκού πολιτισμού και κάθε αξίας που συντελεί στην κοινωνικοποίηση των παιδιών και στην αισθητική τους καλλιέργεια.
- · Ο αστικός τρόπος ζωής, η στροφή από τη συλλογική ζωή στην προβολή του ατομικού συμφέροντος και η εισβολή ξένων προτύπων ζωής οδήγησαν στην περιφρόνηση του λαϊκού πολιτισμού και στην ισοπέδωση ιδεών και αξιών.
ΑΦΗΓΗΤΗΣ:
ομοδιηγητικός όταν συμμετέχει ο ίδιος στα γεγονότα, ετεροδιηγητικός όταν
αφηγείται την πονηριά του συμμαθητή του.
Μπορείτε να ακούσετε την ωραία ανάγνωση του διηγήματος από τον ηθοποιό Γρηγόρη Βαλτινό
Δείτε ένα βίντεο με την αναπαραγωγή του διηγήματος σε μορφή comics
Οι μαθητές της Ελλάδας στις δεκαετίες του 1930-1950...
Πέμπτη 25 Σεπτεμβρίου 2014
Ινδιάνος Σιάτλ
Κείμενα Νεοελληνικής Λογοτεχνίας
Β΄ Γυμνασίου
Ινδιάνος Σιάτλ, «Ένα παλιό μήνυμα για τον σύγχρονο κόσμο»
ΘΕΜΑΤΑ
- Αρμονική σχέση
ανθρώπου φύσης – Σεβασμός του φυσικού περιβάλλοντος
- Αδιαφορία για το
φυσικό περιβάλλον – Ατομική χρήση και καταστροφή της φύσης
- Σύγκρουση
πολιτισμών (Ινδιάνοι/Λευκοί)
- Εμείς και οι
Άλλοι (= Ινδιάνοι) – Σεβασμός στην ετερότητα (= διαφορετικότητα)
ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΟ (ΙΔΕΕΣ – ΑΞΙΕΣ)
Α. Αντιθέσεις
Στο κείμενο αυτό υπάρχουν πολλές και σημαντικές αντιθέσεις, όπως:
1. Η σχέση Ινδιάνων και των Λευκών με τη Φύση.
Ινδιάνοι & Φύση
Για τους Ινδιάνους η φύση είναι αδερφός
Υπάρχει στενή, ουσιαστική, προσωπική σχέση με τη Φύση.
Λευκοί – Φύση
Για τους Λευκούς η φύση είναι αντικείμενο κατάκτησης
και εκμετάλλευσης
Δεν αναπτύσσουν αρμονική σχέση με τη φύση, αλλά κάνουν καταστροφική,
ατομική και εγωιστική χρήση της.
2. Άγριοι Ινδιάνοι / Πολιτισμένοι Λευκοί, σύγκρουση πολιτισμών
Οι ‘άγριοι’ και ‘απολίτιστοι’ στα μάτια των λευκών Ινδιάνοι
-
αγαπούν τη
φύση σαν αδερφό τους
-
αντιλαμβάνονται
την αλληλεξάρτηση του ανθρώπου με τα ζώα
-
και ζουν σε
απόλυτη αρμονία με το φυσικό τους περιβάλλον.
Οι ‘πολιτισμένοι’ Λευκοί
-
προκαλούν
αλόγιστες καταστροφές στη φύση
-
αδιαφορούν
για τα ζώα
κάτι που, στο τέλος, θα είναι καταστροφικό για τον ίδιο τους τον εαυτό
(πράγμα το οποίο έγινε).
3. Οι γεμάτες θόρυβο πολιτείες των Λευκών / Η γεμάτη
φυσικούς ήχους και μυρωδιές ζωή των Ινδιάνων
Με αφορμή το κείμενο αυτό συζητούμε για το φυσικό περιβάλλονΣε ποιο βαθμό τα όσα λέει ο Ινδιάνος Σιάτλ αποδεικνύονται προφητικά
Την ανάγκη να σεβαστούμε τη φύση και να επαναπροσδιορίσουμε τη
σχέση μας με το φυσικό περιβάλλον.
Γ. Σεβασμός του Άλλου, του διαφορετικού – Σεβασμός στη διαφορετικότητα
(Ινδιάνοι)
-
η καθημερινή
ζωή τους
-
οι
δραστηριότητές τους
-
το ντύσιμό
τους
-
οι κατοικίες
τους
-
τα έθιμά τους
-
οι τελετές
τους
-
η θρησκεία
τους
-
η Ινδιάνικη
σοφία
ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΕΣ ΤΕΧΝΙΚΕΣ
- Κειμενικό
είδος: Το κείμενο έχει
τη μορφή ομιλίας-λόγου του Σιάτλ, αρχηγού και εμβληματικής
φυσιογνωμίας της φυλής Ντουγιάμι, προς τον κυβερνήτη της Ουάσινγκτον Ισαάκ
Στίβενς, εκπρόσωπο του προέδρου των ΗΠΑ Φραγκλίνου Πηρς. Θεωρείται ότι
εκφωνήθηκε κατά τη συνάντηση του αρχηγού με τον κυβερνήτη, τον Δεκέμβριο
του 1854, με θέμα την εξαγορά εκτάσεων γης των Ντουγιάμι. Είναι γραμμένο
σε προσωπικό τόνο και σε αρκετά σημεία υπάρχει έντονη
συναισθηματική φόρτιση.
- Πρωτοπρόσωπη
αφήγηση: Πρόκειται για
μια αφήγηση γραμμένη σε πρώτο πρόσωπο (πρωτοπρόσωπη αφήγηση), η
οποία είναι ιδιαίτερα ζωντανή και παραστατική, εφόσον περιλαμβάνει αυθεντικές
εμπειρίες, σκέψεις και συναισθήματα του αφηγητή (του Σιάτλ).
- Περιγραφές
& Εικόνες: Το
κείμενο είναι γεμάτο με εξαιρετικά ζωντανές εικόνες και περιγραφές, που
του προσδίδουν ποιητικότητα. Οι εικόνες είναι α) οπτικές (αναφέρονται σε
οπτικές αναπαραστάσεις), β) ηχητικές (αναφέρονται σε ήχους) και γ) οσφρητικές
(αναφέρονται σε μυρωδιές): «Κάθε αστραφτερή πευκοβελόνα, κάθε αμμούδα
στις ακρογιαλιές, κάθε θολούρα στο σκοτεινό δάσος, κάθε ξέφωτο και κάθε
ζουζούνι που ζουζουνίζει, είναι στη μνήμη και στην πείρα του λαού μου
ιερό.» (σ. 19) «Ο ερυθρόδερμος προτιμάει το απαλόηχο αγέρι, λαγαρισμένο
(καθαρισμένο) από την καταμεσήμερη βροχή ή μοσχοβολημένο με το πεύκο.» (σ.
20)
- Σχήματα
λόγου:
- μεταφορές: π.χ. «όταν ... το θέαμα των φουντωμένων λόφων το
κηλιδώσουν τα σύρματα του τηλέγραφου...»
- παρομοιώσεις:
π.χ. «σαν ένας που χαροπολεμάει
για μέρες πολλές δεν οσμίζεται τίποτα»
- εικόνες: βλ.
παραπάνω.
- συναισθησία:
συμφύρονται διαφορετικές εικόνες, όπως η αφή, η όσφρηση, η όραση, π.χ. «η
δροσιά του αγέρα ... πεύκο»
- προσωποποιήσεις:
«η γη δεν είναι αδερφός του»
- Ειρωνεία: Στο κείμενο υπάρχει μια λεπτή ειρωνεία:
για παράδειγμα η ειρωνική χρήση της λέξης ‘άγριοι’: «Όμως μπορεί,
επειδή, καταπώς είπα, είμαι άγριος και δεν καταλαβαίνω, μπορεί
μονάχα για τον λόγο αυτό ο σαματάς (= ο θόρυβος) να ταράζει τα αυτιά μου.
ΓΛΩΣΣΑ
Απλότητα και λιτότητα, λόγος παρατακτικός που εκφράζει με σαφήνεια τις
ξεκάθαρες σκέψεις του Ινδιάνου.
Στοιχεία ρητορικότητας (αμεσότητα, ζωντάνια-παραστατικότητα ύφους,
κλιμάκωση σκέψεων, σαφήνεια επιχειρημάτων) .
Η γλώσσα της μετάφρασης, εμπλουτισμένη με λέξεις της ελληνικής δημοτικής
του 19ου αι, κατορθώνει να αποδώσει με επιτυχία το ύφος του ομιλητή,
καθώς διαθέτει ποιητικότητα, μουσικότητα και παραστατικότητα.
Τρίτη 29 Απριλίου 2014
Η επιστροφή του Αντρέα
Ηλίας Βενέζης, «Η
επιστροφή του Αντρέα»
Πρόκειται για ένα απόσπασμα από το
μυθιστόρημα Γαλήνη (1939), που περιγράφει την
επανεγκατάσταση Μικρασιατών προσφύγων σε άγονο τόπο της Αττικής (Ανάβυσσος).
ΘΕΜΑΤΑ
- Η
οδυνηρή εμπειρία της αιχμαλωσίας
- Η
αγωνία για την τύχη των αγνοούμενων αιχμαλώτων
- Ο
πόνος της μάνας
- Το
δράμα του «επιζώντος»
Κεντρικό θέμα του αποσπάσματος
είναι η φανταστική ιστορία που επινοεί ένας επαναπατρισμένος αιχμάλωτος
πολέμου, ο Αντρέας, προκειμένου να καθησυχάσει τη δυστυχισμένη μάνα του νεκρού
συντρόφου του, η οποία ζει με το όνειρο της επιστροφής και του δικού της
παιδιού.
Το περιεχόμενο του κειμένου κοινωνικό και αντιπολεμικό
ΙΣΤΟΡΙΚΟ
ΓΕΓΟΝΟΣ:
Κατά τη Μικρασιατική Καταστροφή του 1922 οι
Τούρκοι συνέλαβαν χιλιάδες αιχμαλώτους (άντρες Έλληνες Μικρασιάτες μεταξύ 18
και 45 ετών), με τους οποίους συγκρότησαν τα «Τάγματα Εργασίας» (Αμελέ
Ταμπουρού). Σε αυτά οι Έλληνες αιχμάλωτοι οδηγήθηκαν με πορεία προς το
εσωτερικό της Μικράς Ασίας και υποβλήθηκαν σε καταναγκαστικά έργα και πάσης
φύσεως κακουχίες. Πολλοί από τους αιχμαλώτους εκτελέστηκαν, άλλοι έπεσαν θύματα
κακομεταχείρισης και επιδημιών, ενώ ελάχιστοι επέζησαν. Ο ίδιος ο Ηλίας Βενέζης
(Ρωμιός από το Αϊβαλί) βρέθηκε αιχμάλωτος σε ένα τέτοιο Τάγμα Εργασίας για
14 μήνες με 3.000 συμπατριώτες του, είχε όμως την τύχη να είναι ένας από
τους 23 επιζήσαντες, που επέστρεψαν από τη φρίκη του πολέμου. Μετά τη
σωτηρία του, θέλησε να μετατρέψει αυτή την τραυματική εμπειρία σε αφήγημα
και έγραψε Το νούμερο 31328 (1924/ 1931), το χρονικό
της αιχμαλωσίας. Στο επόμενο μυθιστόρημά του Γαλήνη (1939) αναφέρεται
κυρίως στα βάσανα της προσφυγιάς. Στο βιβλίο αυτό συμπεριλαμβάνεται όμως και
ένα κεφάλαιο που αναφέρεται στις περιπέτειες της αιχμαλωσίας και στην επιστροφή
ενός αιχμαλώτου, του Αντρέα.
ΓΡΑΜΜΑΤΕΙΑΚΟ
ΕΙΔΟΣ: ΜΥΘΙΣΤΟΡΗΜΑ
- Τμήμα
μιας μεγαλύτερης ιστορίας-εκτεταμένος μύθος
- Πολλά
επίπεδα χρόνου και χώρου
- Πολυπρόσωπο
ΣΧΟΛΙΑ
- Η
φρίκη της αιχμαλωσίας αποτυπώνεται στην εξωτερική εμφάνιση του Αντρέα και
στη συμπεριφορά του
- Η
τραγωδία της προσφυγιάς, το δράμα των επιζώντων στη στάση των Φωκιανών
- Η
πίστη στον άνθρωπο στη στάση του γιατρού Βένη, που,παρά την καταστροφή που
βίωσε, παραμένει ΑΝΘΡΩΠΟΣ
- Τα
δεινά του πολέμου, η αναίτια καταστροφή ενός πολιτισμού, το ξερίζωμα
ενός λαού από τις πατρογονικές του εστίες, η γενοκτονία παρουσιάζονται από έναν αφηγητή που συχνά
παρεμβαίνει με τα σχόλιά του
Τα
στοιχεία του παραμυθιού στην εγκιβωτισμένη αφήγηση:
- Αοριστία
τόπου (φανταστικό-γοητευτικό σκηνικό & ποιητικές περιγραφές)
- Αοριστία
χρόνου(κλασική διάκριση σε μέρα και νύχτα) και θαμιστική αφήγηση
- Συμβολισμοί
(νύχτα=αιχμαλωσία, θηρία=δεσμοφύλακες, λεία=αιχμάλωτοι, σιγανό
βογκητό=βογκητό αιχμαλώτων)
- Η
συμμετοχή της φύσης στον ανθρώπινο φόβο
ΑΦΗΓΗΜΑΤΙΚΟΙ ΤΡΟΠΟΙ
- Τριτοπρόσωπη
αφήγηση:
Το κείμενο συμπεριλαμβάνει την κυρίως αφήγηση σε γ΄
πρόσωπο. Σε αυτήν αποτυπώνεται η προσπάθεια των Μικρασιατών προσφύγων
να εγκατασταθούν στη νέα τους ‘πατρίδα’ (την Ανάβυσσο). Η κυρίως αφήγηση
εμπεριέχει μια άλλη αυτοτελή αφήγηση, τη διήγηση του Αντρέα, η
οποία επίσης δίνεται σε γ΄ πρόσωπο. (Έλεγε λοιπόν το παραμύθι που
είπε ο Αντρέας στη θεία Μαρία. «Στο δρόμο που πηγαίνανε, στη μεγάλη πορεία
για το εσωτερικό της Ανατολής...»). Πρόκειται για μια αφήγηση μέσα
στην αφήγηση ή εγκιβωτισμένη αφήγηση (παράδειγμα τέτοιας
αφήγησης έχουμε δει στην Οδύσσεια του Ομήρου). Σε κάποια σημεία
αυτής της διήγησης παρεκβάλλεται η φωνή του ήρωα σε πρώτο πρόσωπο
(«Όταν τέλειωσε η πορεία πιάσαμε δουλειά στα τρένα, κλπ»).
- Διάλογος (π.χ. μεταξύ
του πλήθους και του Αντρέα, που αποδίδει μεγάλη ψυχική πίεση εκ μέρους και
των δύο)
- Περιγραφή (π.χ. η
εξωτερική περιγραφή του Αντρέα)
- Σχόλιο (π.χ. του
αφηγητή για τον Αντρέα, το γιατρό Βένη ).Ο αφηγητής σχολιάζει σε αρκετά
σημεία και τα σχόλιά του μας βοηθούν να παρακολουθήσουμε καλύτερα τους
ήρωες και τις αντιδράσεις τους
- Εσωτερικός
μονόλογος
- Ειρωνεία:
Στη
διήγηση του Αντρέα υπάρχει μια εξωραϊσμένη και ειρωνική αντιστροφή της
πραγματικότητας, καθώς ο Αντρέας κρατώντας την υπόσχεση που έδωσε στον
γιατρό, προσπαθεί να κρύψει την πραγματικότητα, δηλαδή τις κακουχίες της
αιχμαλωσίας και το τραγικό τέλος του φίλου του, Άγγελου, από τη θεία
Μαρία. Ο Βενέζης, βάζοντας τον ήρωά του, Αντρέα, να αποτυπώνει μια
ειρωνική αντιστροφή της πραγματικότητάς, προσπαθεί να δώσει στους
αναγνώστες του μια εικόνα από τα δεινά των Ελλήνων αιχμαλώτων στα Τάγματα
Εργασίας «εκ του αντιθέτου».
ΣΧΗΜΑΤΑ ΛΟΓΟΥ:
- Παρονομασία & ασύνδετο (ένας, μονάχος, ολομόναχος άνθρωπος:η αίσθηση που προκαλεί & το
ψυχικό δράμα του ίδιου)
- Μεταφορές (πχ «συνηθίζει
να σκοτώνει τον εαυτό του, άλλους, κι όλα μέσα του σωπαίνουν», «οι σκληρές
γραμμές σβήνανε μές στο παραμύθι»)
- Προσωποποίηση
(πχ
«ένα χωριό σκαρφαλωμένο σ’ ένα βουνό γεμάτο πεύκα»)
- Εικόνες: Στο απόσπασμα
υπάρχουν εξαιρετικές εικόνες, περιγραφές της φύσης μέσα από ‘σκιερά
φαράγγια’ και ‘μεγάλα δάση’ στην ενδοχώρα της Μικράς Ασίας, με
καταρράκτες, παράξενα πουλιά και αλλόκοτα χρώματα. («Στο δρόμο που
πηγαίνανε, λέει, στη μεγάλη πορεία για το εσωτερικό της Ανατολής...» σελ.
135)
- Παρομοίωση
(σαν
φοβισμένο ζο…σαν να ζητούσε έλεος)
- Επαναλήψεις
(δεν
ξέρω τίποτα…δεν ξέρω τίποτα…) που αποδίδουν την ψυχική του ένταση
ΓΛΩΣΣΑ
– ΥΦΟΣ
Η γλώσσα είναι απλή δημοτική, με ελάχιστους
ιδιωματισμούς.
Το ύφος ζωντανό, παραστατικό με το διάλογο και
τις εικόνες, γεμάτο συγκίνηση και συναίσθημα,λυρικό στις περιγραφές της φύσης,
εξομολογητικό στα σημεία των εσωτερικών μονολόγων. Κυριαρχούν η λιτότητα και η
απλότητα που χαρακτηρίζουν το έργο του Βενέζη γενικότερα.
ΧΡΟΝΟΣ
Η ευθύγραμμη πορεία του χρόνου διακόπτεται
από τον εγκιβωτισμό (τη δευτερεύουσα αφήγηση μέσα στην κύρια όπου παρεκβάλλεται
η φωνή του ήρωα σε πρώτο πρόσωπο)
ΑΦΗΓΗΤΗΣ
Εξωδιηγητικός-ετεροδιηγητικός:αφηγείται σε
γ΄πρόσωπο μια ιστορία στην οποία δε μετέχει
Αφήγηση με μηδενική εστίαση από έναν
παντογνώστη αφηγητή (δεν έχει συγκεκριμένη οπτική γωνία-η γνώση του είναι
απόλυτη)
η πορεία των προσφύγων... |
ΠΑΡΑΛΛΗΛΑ ΚΕΙΜΕΝΑ
ΗΛΙΑΣ ΒΕΝΕΖΗΣ, ΤΟ ΝΟΥΜΕΡΟ 31328
(η αληθινή ιστορία της αιχμαλωσίας,
αυτή που απέκρυψε ο Αντρέας)
Η νέα πόστα που μας
παρέλαβε ήταν καβαλαραίοι. Είχαν μια λαμπρή ιδέα: Αφήσαμε τον ίσιο δρόμο,
πέσαμε μες τα χωράφια. Αυτό ήταν μια αλύπητη δοκιμασία για τα γυμνά
φουσκαλιασμένα ποδάρια μας. Οι βόλοι το χώμα ήταν ξεροί και ντούροι απ’ τον
ήλιο. Δεν είχε βρέξει ακόμα. Κοιτάζαμε να τους ξεφύγουμε, γιατί δεν μπορείς
μαζί τους να κρατήσεις ισορροπία ξυπόλυτος. Μα πέφταμε στην άλλη ευλογία, σε
κάτι παλιάγκαθα που μας παλάβωναν.
-Δεν
μπορώ! Δεν μπορώ πια!
Όλοι
φωνάζαν. Κι όμως όλοι τρέχαμε μη μείνουμε πίσω. Τρέμαμε πως όποιος μείνει
τελευταίος θα τον σκοτώσουν. Ο ένας βιαζόταν να προσπεράσει τον άλλο, και τον
άλλο-ένας παλαβός συναγωνισμός που πνιγόταν στα μουγκριχτά μας. Ξεκολλούσαμε,
στα πεταχτά τα αγκάθια από τις πατούνες και τρέχαμε. Τρέχαν από πίσω μας και οι
στρατιώτες με τα άλογα, και μας χτυπούσαν με τα κοντάκια μη σταθούμε. Ήμαστε
ένα κοπάδι σαν τα αναμαλλιασμένα ζα –τρέχουν στον κάμπο να σταλιάσουν
κάπου γιατί μυρίστηκαν το μπουρίνι.
Δεν
μπορούσα να σηκώσω το βάρος της συντροφικής παπούτσας. Το ιδρωμένο βρώμιο
ποδάρι μου γλυστρούσε και χόρευε μέσα της. Την τράβηξα και τη βαστούσα στα
χέρια. Μα τότε η πατούνα, συνηθισμένη στο άσυλο, άρχισε να σπαράζει απ’ το
ύπαιθρο. Άναβε, πετούσε σπίθες. Έσκισε ένα κομμάτι απ’ το πουκάμισο που μου
άφησαν και την τύλιξα.
Ο
Αργύρης με συμβουλεύει να κάνουμε αλλαξιά τα παπούτσια.
-Δοκιμάζουμε.
Τα
αλλάξαμε. Έδωσα το ζερβί και πήρα το δεξί. Τα φορέσαμε τρέχοντας. Πιο πέρα
κάμαμε πάλι αλλαξιά. Και πάλι.
Ο
ήλιος ανέβαινε καφτός, εχτρικά, χωρίς οίκτο. Μες στον Οχτώβρη ένας τέτοιος
ήλιος! Άρχισε να μας καίει η δίψα. Η σκόνη κολλούσε στις γλώσσες, που
μπαινόβγαιναν σαν κουρντισμένες. Φτύναμε να φύγει η πίκρα. Μα τα στόματα ήταν
ξερά. Κι αν έβγαινε λίγο φτύμα, μετανιώναμε ύστερα για την ογρή ουσία που
αφήσαμε να ξοδευτεί.
-Νερό!
Νερό!
-Τι;
λέει ο αξιωματικός της συνοδείας.
-Σου!
Σου![νερό] φωνάζαμε τούρκικα.
-Σου;
Μάλιστα!
Κοντεύαμε
σε μια πηγή. Μας κράτησαν καμιά εικοσαριά μέτρα αλάργα. Οι στρατιώτες πήγαιναν
διαδοχικά, πίνανε, πότιζαν τα άλογα, γέμιζαν τα παγούρια τους. Πίναν με τις
χούφτες. Βλέπαμε το νερό που ξέφευγε και χυνόταν από τα στόματά τους. Όλα τα
κορμιά γέρναν προς αυτή τη φευγαλέα καθαρή γραμμή που σκορπούσε καταγής.
Ακούγαμε τον ήχο της. Τον ακούγαμε. Με μάτια γεμάτα πυρετό γέρναμε προς τα
εκεί. Έτσι όπως γέρνουν τα διψασμένα δέντρα.
-Έλεος!
Τίποτα! Μας κρατούσαν μακριά, κολλημένους στο θέαμα. Άφησαν μονάχα τις γυναίκες και το παιδάκι να παν να πιούν.
Τίποτα! Μας κρατούσαν μακριά, κολλημένους στο θέαμα. Άφησαν μονάχα τις γυναίκες και το παιδάκι να παν να πιούν.
-Λυπηθείτε
μας! Λυπηθείτε μας! Φωνάζαμε
ΔΙΔΩ
ΣΩΤΗΡΙΟΥ , ΟΙ ΝΕΚΡΟΙ ΠΕΡΙΜΕΝΟΥΝ
Αρχίσαμε να βαδίζουμε πιασμένοι απ΄ το
χέρι , κοντά ο ένας στον άλλον, χαμένοι, μουδιασμένοι, δισταχτικοί, σαν να
΄μαστε τυφλοί και δεν ξέρουμε που θα μας φέρει το κάθε βήμα που αποτολμούσαμε.
Γυρεύαμε ξενοδοχείο στο λιμάνι για ν΄ ακουμπήσουμε και να περιμένουμε τους
δικούς μας. Όπου όμως κι αν ρωτούσαμε, παίρναμε την ίδια στερεότυπη απόκριση:
-Απ΄ τη Σμύρνη έρχεστε; Δε δεχόμαστε πρόσφυγες.
-Μα θα σας πληρώσουμε καλά, άνθρωποι του Θεού, έλεγε η θεία Ερμιόνη.
Εκείνοι επέμεναν στην άρνησή τους:
-Φοβόμαστε τις επιτάξεις . Δε μάθατε λοιπόν πως στη Χίο, στη Μυτιλήνη, στη Σάμο
έφτασε προσφυγολόι, κι επιτάξανε όλα τα σχολεία, τα ξενοδοχεία, τα πάντα;
-Τι θέλαμε, τι γυρεύαμε μεις να ΄ρθούμε σε τούτον τον αφιλόξενο τόπο, έλεγε η
κυρία Ελβίρα. Τι θέλαμε και τι γυρεύαμε να χωριστούμε από τους άνδρες μας!
Στο τέλος βρέθηκε ένας αναγκεμένος
ξενοδόχος και μας έδωσε ένα σκοτεινό, άθλιο δωμάτιο με έξι κρεβάτια. Για πότε
γινήκαμε πραγματικοί πρόσφυγες δεν το καταλάβαμε. Μέσα σε λίγα εικοσιτετράωρα
όλος ο κόσμος αναποδογύρισε.
Βαπόρια φτάναν το ένα πίσω από τ΄
άλλο και ξεφόρτωναν κόσμο, έναν κόσμο ξεκουρντισμένον, αλλόκοτο, άρρωστο,
συφοριασμένο, λες κι έβγαινε από φρενοκομεία, από νοσοκομεία, από νεκροταφεία.
Έπηξαν οι δρόμοι, το λιμάνι οι εκκλησιές, τα σχολειά, οι δημόσιοι χώροι. Στα
πεζοδρόμια γεννιόνταν παιδιά και πέθαιναν γέροι .
Ενάμισι εκατομμύριο άνθρωποι
βρεθήκανε ξαφνικά έξω απ΄ την προγονική τους γη. Παράτησαν σκοτωμένα παιδιά και
γονιούς άταφους. Παράτησαν περιουσίες, τον καρπό στα δένδρα και στα χωράφια το
φαΐ στη φουφού, τη σοδειά στην αποθήκη το κομπόδεμα στο συρτάρι, τα πορτρέτα
των προγόνων στους τοίχους. Και βάλθηκαν να τρέχουν να φεύγουν κυνηγημένοι απ΄
το τούρκικο μαχαίρι και τη φωτιά του πολέμου. Έρχεται μια τραγική στιγμή στη
ζωή του ανθρώπου, που το θεωρεί τύχη να
μπορέσει να παρατήσει το έχει του, την πατρίδα του το παρελθόν του και να
φύγει, να φύγει λαχανιασμένος αποζητώντας αλλού τη σιγουριά. Άρπαξαν οι άνθρωποι
βάρκες, καΐκια, σχεδίες, βαπόρια, πέρασαν τη θάλασσα σ΄ έναν ομαδικό, φοβερό
ξενιτεμό. Κοιμήθηκαν αποβραδίς νοικοκυραίοι στον τόπο τους και ξύπνησαν
φυγάδες, θαλασσοπόροι, άστεγοι άποροι, αλήτες και ζητιάνοι στα λιμάνια του
Πειραιά, της Σαλονίκης, της Καβάλας του
Βόλου, της Πάτρας.
Ενάμισι εκατομμύριο αγωνίες και
οικονομικά προβλήματα ξεμπαρκάρανε στο φλούδι της Ελλάδας, με μια θλιβερή
ταμπέλα κρεμασμένη στο στήθος: «Πρόσφυγες!» Που να ακουμπήσουν οι πρόσφυγες; Τι
να σκεφτούν; τι να ξεχάσουν; τι να πράξουν; που να δουλέψουν; πώς να ζήσουν;
Τρέμαν ακόμα απ΄ το φόβο. Τα μάτια
τους ήταν κόκκινα απ΄ το αιμάτινο ποτάμι
της κόλασης που διάβηκαν. Και σαν πάτησαν σε στέρεο έδαφος, μετρήθηκαν να δουν
πόσοι φτάσανε και πόσοι λείπουν. Κι οι ζωντανοί δεν το πιστεύανε, μόνο άπλωναν
τα χέρια τους στο κορμί τους και το ψάχνανε, για να βεβαιωθούνε πως δεν ήταν
βρικόλακες. Και ψάχναν και για την ψυχή τους, να δουν αν ήταν στη θέση
της. Μ΄ αυτή ήταν άφαντη. Είχε μείνει
πίσω στην πατρίδα κοντά στους αγαπημένους νεκρούς και στους αιχμαλώτους, κοντά
στα σπιτάκια, στα χωράφια, στις δουλειές….
Κι είπαν : περαστικοί είμαστε, ας
βολευτούμε όπως όπως , κι αύριο θα
ματαγυρίσουμε στα μέρη μας. Κι αποζητούσαν, τούτη την ελπίδα, με την ίδια
λαχτάρα σαν το ψωμί το νερό και τ΄ αλάτι.
Τόσοι ήταν, ενάμισι εκατομμύριο ρωμιοί
μικρασιάτες, που στριφογύριζαν τώρα στο καύκαλο της Ελλάδας, σαν περιπλανώμενοι
ιουδαίοι διωγμένοι από τη γη της Χαναάν. Χωρίς
πατρίδα χωρίς δουλειά χωρίς σπίτι. Και μόλις χτες να θυμάσαι πως ήσουνα
νοικοκύρης.
Ψάχναν για τον αίτιο , αναθεμάτιζαν
τον ουρανό, τη γης ,τον Κεμάλ το Βενιζέλο τον Κωνσταντίνο, την Αντάντ, τον
πόλεμο. Μα πριν απ΄ όλα τον ύπουλο τον
Άγγλο ,τον υπολογιστή ,το διπλοπρόσωπο, το σφετεριστή που έκανε μπίζνες και αυτοκρατορική
πολιτική με το αίμα και τη δυστυχία ενός λαού….
Εγγραφή σε:
Αναρτήσεις (Atom)